Δεν λείπουν τα χρήματα, η ψυχή λείπει στο προσφυγικό!



Η εικόνα που είδαμε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης (Μαλακάσα και Ελαιώνα) είναι αυτή της στοιχειώδους βελτίωσης των βασικών αναγκών και δίνεται η εντύπωση ότι όλα τακτοποιούνται σιγά σιγά.

Είναι όμως αυτή η πραγματικότητα;

Το ευρύτερο κάδρο αυτής της εικόνας είναι ότι πρόκειται για ανθρώπους πολύ ταλαιπωρημένους. Οι περισσότεροι από τους πρόσφυγες, αυτοί που έχουν ξεμείνει πια εδώ, μετά το κλείσιμο των συνόρων, είναι αυτοί που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να υποστηρίξουν ένα φευγιό μέσω διακινητή που το κεφάλι πάει 2.000 ή 3.000 ευρώ ή μπορεί και παραπάνω, όπως φημολογείται.

Πόσο καιρό μπορεί να ζήσει ένας άνθρωπος σ’ ένα κοντέινερ; πολύ είναι η κυνική απάντηση, αλλά πόσο πολύ μπορεί να ζήσει κανείς χωρίς να χάσει την ανθρώπινη του υπόσταση; εδώ η απάντηση είναι ότι τα περιθώρια είναι στενά. Τα κοντέινερς δεν είναι σπίτια είναι απλά κουτιά όπου όσοι ζουν μέσα σ’ αυτά έχουνε χάσει κάθε δικαίωμα και δυνατότητα για τον αναγκαίο ιδιωτικό χώρο. Κι αν σκεφτεί κανείς ότι μέσα σε ένα κοντέινερ μπορεί να ζει μια δεκαμελής οικογένεια είναι εμφανές ότι αυτά τα περιθώρια στενεύουν ακόμα περισσότερο.
Στρατόπεδα όπως η Μαλακάσα που βρίσκονται αρκετά χιλιόμετρα αποκομμένα από τον κοινωνικό ιστό καθιστούν ακόμα δυσκολότερη την κάλυψη της ανάγκης για μια κανονικότητα στην καθημερινότητα. Η υπάρχουσα καθημερινότητα στα στρατόπεδα έχει χαρακτηριστικά ιδρυματοποίησης και κοινωνικής απομόνωσης γιατί αυτές είναι οι συνθήκες διαβίωσής τους που άλλοι οργανώνουν γι’ αυτούς και αυτό τους ακινητοποιεί καθώς δεν έχουν καν το δικαίωμα να μαγειρέψουν ή να φροντίσουν το χώρο τους. Η προοπτική για πολιτισμική και εργασιακή ένταξη όσων βρίσκονται στον καταυλισμό είναι ανύπαρκτη.

Ζουν στην απόλυτη αβεβαιότητα και χωρίς την οποιαδήποτε ενημέρωση ή προοπτική για το μέλλον τους καθώς οι νόμοι ανά τον κόσμο επιτείνουν αυτή την αβεβαιότητα για ασφαλή μετακίνησή και ένταξή τους στις εκάστοτε χώρες.

Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης που βαφτίστηκαν «Κέντρα Φιλοξενίας» γίνονται χώροι κοινωνικού αποκλεισμού, γκετοποίησης και περιθωριοποίησης κοινώς ιδρυματικές δομές.
Χωρίς καμία πρόληψη για ψυχοκοινωνική υποστήριξη και προοπτική για κοινωνική ένταξη.

Χωρίς να υπάρχει ποινικό αδίκημα οι πρόσφυγες φυλακίζονται, ακόμα κι αν είναι ανοιχτές οι δομές υπάρχουν τα αόρατα «συρματοπλέγματα» που τους κρατούν σε καθεστώς ομηρίας και γίνονται ερήμην τους πιόνια διακρατικών συμφωνιών και «μπαλάκι» μεταξύ των εμπλεκόμενων. Οι νόμοι που θεσπίζονται και διέπουν τις συμφωνίες που αφορούν παγκοσμίως τους πρόσφυγες, διαχωρίζοντας τους σε πρόσφυγες και μετανάστες, ενώ όλοι φεύγουν από εμπόλεμες περιοχές, δημιουργεί την πολύ βολική συνθήκη του «διαίρει και βασίλευε» μεταξύ τους.

Παράλληλα καλλιεργείται η αίσθηση του εν δυνάμει «επικίνδυνου ξένου» που πρέπει να παραμείνει έγκλειστος και πίσω από συρματοπλέγματα ως ελεγχόμενος πληθυσμός. Τέτοιες ανεύθυνες πολιτικές ευνοούν και προωθούν επικίνδυνες ρατσιστικές αντιδράσεις.

Η διαβίωση στους καταυλισμούς προσφύγων είναι σα να υπάρχει ένα σελοφάν που εμφανίζει μια αίσθηση αξιοπρέπειας και σεβασμού, ως εξωτερική εικόνα στην ανθρώπινη ανάγκη, αλλά μέσα στο σελοφάν απουσιάζει το απαιτούμενο υλικό. Η εξωτερική εικόνα πληρώνεται αδρά μέσω των πολυεθνικών ΜΚΟ του «φιλάνθρωπου» παγκόσμιου ιστού χωρίς να παράγεται ουσιαστικό και με ενσυναίσθηση έργο.

 

Από την πλευρά του κράτους, το προσφυγικό είναι μια υποχρέωση που φορτώθηκε στις πλάτες της χώρας και προσπαθούν όπως- όπως να τη διεκπεραιώσουν. Το κυρίαρχο μήνυμα είναι ότι όλα τ’ άλλα είναι πολυτέλειες και υπερβολές, κυρίως σε εποχές οικονομικής κρίσης και το τραγικό τσιτάτο «δε φτάνει που τους ταΐζουμε». Μοιάζει όλοι να θέλουμε να ξεχάσουμε ότι δίνονται μεγάλα κονδύλια για να αποτραπεί η εισροή προσφύγων στην υπόλοιπη δήθεν εύρωστη Ευρώπη.

Μοιάζει, επίσης, να ξεχνάμε ότι την προσφυγική κρίση την έχουν προκαλέσει οι πόλεμοι για τους οποίους παγκοσμίως επενδύονται τεράστια ποσά για να συνεχίζονται και να κερδοσκοπεί το παγκόσμιο κεφάλαιο.

 

Και πέρα και πάνω από τα χρήματα υπάρχει πάντα αυτό που συνδέει τους ανθρώπους μεταξύ τους, μέσα από καταστάσεις ανάγκης και δυσκολίας, η ανθρωπιά, κι αυτό μοιάζει να έχει χαθεί στον τρόπο αντιμετώπισης των προσφύγων.

Αυτή η αντιμετώπιση βάζει τους αναγκεμένους συνανθρώπους μας, τους πρόσφυγες, σε κατάσταση εξαίρεσης και αμφισβητεί την αδιαπραγμάτευτη ισότιμη ανθρώπινή υπόσταση τους. Τους καθιστά πολίτες δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας, τους παρουσιάζει σαν μιάσματα που τα απομακρύνουμε από την κοινή δημόσια θέα και τα απομονώνουμε στα στρατόπεδα. Όταν τους γκετοποιούμε πως θα μπορέσουμε να γνωριστούμε μεταξύ μας; για να αναγνωρίσουμε τις εκατέρωθεν προκαταλήψεις και μύθους μας και να αμβλύνουμε τις διαφορές μας με σκοπό να συνυπάρξουμε.

 

ΛΕΙΠΕΙ Η ΨΥΧΗ δεν ΛΕΙΠΟΥΝ ούτε τα χρήματα ούτε οι ιδέες για τους τρόπους διαχείρισης του προσφυγικού. Γιατί οι πληγές δεν γιατρεύονται μόνο με χρήμα αλλά με νοιάξιμο, αγκαλιά και μοίρασμα. Οι άνθρωποι στα στρατόπεδα διαβιώνουν σε καθεστώς εξαίρεσης, εκτός της κοινωνίας, εκτός της δυνατότητας να χτίσουν μια ανεκτή πραγματικότητα και μια συνέχεια ζωής. Και η ιστορία των ανθρώπων φωνάζει πως ό,τι εξαιρείται από τον κοινωνικό ιστό, χωρίς προοπτική ένταξης, παράγει παθογένειες.

 

Πρόσφατο είναι το «παράδειγμα» της Κένυας στα σύνορα της με τη Σομαλία που υπάρχει τα τελευταία 18 χρόνια, η μέγιστη ντροπή της ανθρωπότητας, το μεγαλύτερο στρατόπεδο ανθρώπινων ψυχών, το Dadaab με πάνω από 300.000 ανθρώπους (το 2011 υπήρχαν περίπου 580.000 πρόσφυγες) και το 2016 ο υπουργός εξωτερικών της χώρας επεσήμανε την επιρροή της τρομοκρατικής οργάνωσης Al-Shabaab με στόχο στρατολόγηση κόσμου.

Επίσης το στρατόπεδο στα σύνορα Ιορδανίας-Συρίας, ο καταυλισμός Zaatari, με πληθυσμό που αγγίζει τους 100.000 κατοίκους, χαρακτηρίζεται «ως καζάνι που βράζει». Οι καταυλισμοί περιγράφονται ως δυστοπικές μητροπόλεις του μέλλοντος. Όπου η δυστοπία είναι « η πόλη των νεκρών ονείρων»!

Υπάρχουν και οι πρόσφατες προσπάθειες ντροπής σε Γαλλία (Παρίσι και στη “ζούγκλα” του Καλαί), Τουρκία (24 καταυλισμοί είχαν στηθεί στη γείτονα χώρα, κι ένα σκάνδαλο ξέσπασε το 2016 με βιασμούς παιδιών, σε “υποδειγματικό” καταυλισμό, από ντόπιο εργαζόμενο), Γερμανία (χτίζουν τείχη προστατευτικά για τους ντόπιους ύψους 3.7 μέτρων, μεγαλύτερα κι από το τείχος του Βερολίνου, τους πετούν εκτός κοινωνίας).

Έχει καταγραφεί στατιστικά ότι η παραβατικότητα και η εγκληματικότητα ευνοούνται σε συνθήκες στρατοπέδου.

Η κατάργηση των καταυλισμών και η πλήρη κοινωνική ένταξη είναι αναγκαία γιατί αλλιώς “σκοτώνουμε” τους ανθρώπους που μένουν σ’ αυτά, αργά και βασανιστικά, είτε μέχρι να σταλούν ξανά πίσω από εκεί που ήρθαν, είτε μέχρι να γίνει η προώθησή τους στην Τουρκία, μια χώρα που πρόσφατα τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα έχουν καταπατηθεί και η διεθνής κοινότητα κοιτάει αδιάφορα.

Χρειάζεται πολιτική απόφαση και οργάνωση της κοινωνίας για την προετοιμασία μιας κοινωνικής ενσωμάτωσης. Δεν γίνεται μαγικά ούτε η κατάργηση των στρατοπέδων ούτε η ενσωμάτωση στον αστικο ιστό χρειάζεται κόπος, χρόνος, επιμονή, μεθοδικότητα, γνώση και κυρίως θέληση. Είναι απαραίτητη η ενημέρωση του κόσμου για να αποφορτιστούν οι ακροδεξιές ρητορικές και πρακτικές που τελευταία βίαια προσπάθησαν να επιβληθούν στην ελληνική κοινωνία στα σχολεία με τα προσφυγόπουλα.
ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΛΕΙΣΟΥΝ ΤΑ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΑ και ΝΑ ΑΝΟΙΞΟΥΝ ΟΙ ΠΟΛΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ
“Ο Άνθρωπος είναι η απάντηση όποια κι αν είναι η ερώτηση” (Αντρέ Μπρετόν).

 

Το κοινό κάλεσμα για τις 18 ΜΑΡΤΙΟΥ, στις 3.00 μ.μ. στην Ομόνοια, που υπογράφεται από δημοτικές παρατάξεις, αντιρατσιστικές συλλογικότητες, αντιπολεμικές κινήσεις, εργατικά σωματεία, μεταναστευτικές ενώσεις, δομές αλληλεγγύης, κινηματικές πρωτοβουλίες, φοιτητικά σχήματα, που «περιγράφουν» ένα πολύ ευρύ φάσμα δυνάμεων της πολιτικής Αριστεράς και του κοινωνικού κινήματος αντίστασης πρέπει να υποστηριχτεί από ΟΛΟΥΣ ΜΑΣ.

από Αυτοδιαχειριζόμενο Κοινωνικό Ιατρείο/Φαρμακείο Ν.Φιλαδέλφειας, Ν.Χαλκηδόνας, Ν.Ιωνίας και γύρω Περιοχών

Δήμητρα Ξενάκη (Ψυχολόγος–Ψυχοθεραπεύτρια), Μαρία Ντάσιου (Πνευμονολόγος)